- οἰκοδόμησα
- οἰκοδομέωbuild a houseaor ind act 1st sg (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
οικοδομώ — οικοδόμησα, οικοδομήθηκα, οικοδομημένος 1. σηκώνω κτίριο, χτίζω. 2. μτφ., δημιουργώ: Η δημοκρατία πρέπει να οικοδομηθεί με βάση τα ανθρώπινα δικαιώματα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
οἰκοδομησάσης — οἰκοδομησά̱σης , οἰκοδομέω build a house aor part act fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οἰκοδομήσας — οἰκοδομήσᾱς , οἰκοδομέω build a house aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οἰκοδομήσασα — οἰκοδομήσᾱσα , οἰκοδομέω build a house aor part act fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οἰκοδομήσασαι — οἰκοδομήσᾱσαι , οἰκοδομέω build a house aor part act fem nom/voc pl (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οἰκοδομήσασι — οἰκοδομήσᾱσι , οἰκοδομέω build a house aor part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οἰκοδομήσασιν — οἰκοδομήσᾱσιν , οἰκοδομέω build a house aor part act masc/neut dat pl (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
οικοδομώ — οικοδομώ, οικοδόμησα βλ. πίν. 73 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής